Δεύτερη επίσκεψη των Profanatica στην Αθήνα, στα γνώριμα πεδία του Temple, για ακόμα μία φορά. Δεύτερη φορά που θα τους έβλεπα, καθώς δεν ήθελα σε καμία περίπτωση να είμαι απών, από αυτήν την τελετουργία. Δεύτερη φορά επίσης, όπου μου δίνεται η ευκαιρία – μα και, συνάμα, η χαρά – να γράψω κάτι, σχετικά με αυτούς. Έχοντας αποκομίσει εξαιρετικές εντυπώσεις από την πρώτη τους παρουσία, εδώ, ανυπομονούσα να βιώσω, πάλι, την εμφάνισή τους. Η προσέλευση του κοινού ήταν ικανοποιητική, αν και κάπως μικρότερη αριθμητικά, σε σχέση με την πρώτη τους, επί Αθηναϊκού εδάφους, συναυλία. Ετούτη τη φορά, το ρόλο του support σχήματος, ανέλαβαν οι Ιταλοί Demonomancy, μπάντα σχετικά έμπειρη, καθώς ήδη είχε κάποιες κυκλοφορίες στο ενεργητικό της. Ενώ, παράλληλα, είχαν και στον παρελθόν εμφανιστεί στην Αθήνα.



Η προετοιμασία της επικείμενης έκρηξης, στιγματίστηκε όμορφα, από το ιδιαίτερα εμπνευσμένο και μυσταγωγικά ατμοσφαιρικό dj set που προηγήθηκε. Η είσοδος των Demonomancy δε, στη σκηνή, ήταν ακαριαία και σαρωτική, ως είθισται, σε ανάλογες περιστάσεις. Ξεκινώντας ορμητικά, με την υψηλή τσιρίδα του μπασίστά τους, έδειξαν από την αρχή, το πλαίσιο εντός του οποίου κινούνται: οι επιρροές από τα κλασσικά σχήματά του black/death ήχου, ήσαν παραπάνω από εμφανείς. Όμως, στο κέντρο του ήχους τους, εμβόλιμα εντόπισα διάφορες αναφορές και σε παλαιότερα ακούσματα, κάτι που τους προσέδιδε μια ιδιαίτερη ταυτότητα. Στην πορεία, αυτές οι από το ευρύτερο φάσμα του metal ήχου επιρροές, έγιναν ακόμα εμφανέστερες. Απόλαυσα και τα – λίγα μεν, κρίσιμα δε – καθαρά φωνητικά που εναλλάσσονταν με τα μουγκρητά του κιθαρίστα/τραγουδιστή τους. Το ηχητικό τους αμάλγαμα μου φάνηκε εξόχως συναυλιακό, ενώ η παρουσία τους έδειχνε άνεση και πείσμα. Να σταθώ επίσης, στο οπτικό τους στυλ, αν και δεν το συνηθίζω: με γύρισε χρόνια πίσω, ωθώντας με στο να θυμηθώ αρχαίες metal καταστάσεις, από δικές μου πεπερασμένες αναμνήσεις, προερχόμενες. Grotta, Χωρίς Ανάσα, ακόμα και η Αεκ του Βάιου Καραγιάννη και του Κυπρίου κομμουνιστή παιχταρά Σαββίδη, μου ήρθαν στο μυαλό. Όλα αυτά λοιπόν, χωρούσαν στα φρενιτιώδη solo και στο συνεχές ρυθμικό κοπάνημα που αφειδώς προσέφεραν. Σύμφωνα μάλιστα με τα λόγια του φωτογράφου/συντρόφου Μάνου Χρυσοβέργη : «Μπάντα της οποίας ο μπασίστας φοράει τέτοιες μπότες, αποκλείεται να είναι απαράδεκτη.» Συνοπτικά, με ώθησαν να χτυπηθώ, αλύπητα. Κι αυτό από μόνο του ήταν εξόχως σημαντικό, θαρρώ. Το set τους ήταν σύντομο, ωστόσο κέρδισαν τις εντυπώσεις, και με το παραπάνω, θα προσέθετα. Αξίζει να σημειωθεί το ότι αφιέρωσαν ένα από τα κομμάτια τους στον Baron Blood των Necromantia, ο οποίος, ως γνωστόν, έφυγε πρόσφατα. Τόσο πολύ ξύπνησαν τον γραφικό μεταλλά μέσα μου, ώστε κατέληξα να αποκτήσω το τελευταίο τους πόνημα, υπό μορφήν κασέτας, φυσικά! Οι παρευρισκόμενοι έδειξαν να ανταποκρίνονται στη γνησιότητά της ορμής του συγκεκριμένου τρίο. Ας μη γελιόμαστε όμως: οι περισσότεροι είχαν έρθει καθαρά για τους headliners.
Στο σύντομο διάλειμμα, μου δόθηκε η ευκαιρία να παρατηρήσω τους Profanatica, στην φάση όπου ακόμα είχαν την «πολιτική» τους περιβολή. Πέρα λοιπόν από την τραγόμορφη φιγούρα του γενειοφόρου Ledney, εστίασα στους 2 έτερους συμμετέχοντες στο σχήμα, στην τωρινή εκδοχή του. Η επιλογή των t – shirt που έφεραν, με έπεισε, επαρκώς: Morbid Angel, αλλά και Sadistic Intent!!! Θεοί, αμφότεροι – χωρίς να χρειάζεται να επιχειρηματολογήσω, περαιτέρω επ’ αυτού. Η εφόρμηση τους στη σκηνή, πιστοποίησε τα αναμενόμενα. Επιβλητική σκηνική παρουσία, άψογο ιερατικό ντύσιμο/βάψιμο, δυνητικά απόλυτη βαναυσότητα. Ο ήχος τους ανέδυε την απαιτούμενη – μα και, εν πολλοίς, αναμενόμενη – βλασφημία. Κάτι που έβγαινε χαρακτηριστικά από τα πυρετώδη κιθαριστικά riffs, όπως και από τις ρυθμικές ομοβροντίες. Αλλά, επίσης, από τα πυρωμένα φωνητικά του ιδρυτή της μπάντας. Ο οποίος, ακόμα και πίσω από τα τύμπανα, φάνταζε απροσπέλαστα κατανυκτικός. Το στηριγμένο στις μπάσες συχνότητες στυλ τους, ηχεί στα αυτιά μου αβίαστα δαιμονικό, ακόμα και σήμερα. Έχω μάλιστα την αίσθηση πως, συνολικά, ήταν ακόμα αρτιότεροι από την πρώτη τους εν Αθήναις εμφάνιση. Το τωρινό τους σχήμα, δείχνει να δένει απόλυτα, έχοντας βέβαια πάντοτε ως επίκεντρο τον προαναφερθέντα Paul Ledney. Ίσως βαθιά μέσα μου, να νοσταλγώ τον Gelso, οφείλω ωστόσο να παραδεχτώ πως οι σημερινοί Profanatica βρίσκονται σε μια εξαιρετική περίοδο. Κάτι που δεν γινόταν να κρυφτεί, καθ’ όλη τη διάρκειά του set τους, φυσικά. Η ομοιομορφία των κομματιών τους, όχι μόνο δεν κούραζε, αλλά, απεναντίας, ευθαρσώς διατυμπάνιζε τον μινιμαλισμό της οχλαγωγίας τους. Απολήγοντας στην εντύπωση ότι αυτό που στα ώτα μας προσφερόταν, ήταν κατ’ ουσίαν μία σύνθεση, δομημένη έτσι ώστε να δονεί πολλές πτυχές, παράλληλα. Το τέλος της εμφάνισής τους ήταν αρκούντως λυτρωτικό, ακολουθούμενο από ένα, πολλαπλά απαραίτητο, encore. Η τελική κίνηση, μετά την αποχώρησή τους από τη σκηνή, ήταν η βοή των παραμορφώσεων. Η οποία ταιριαστά εμβάπτισε τον όλο χώρο, ωσάν απόηχος. Προσομοιάζοντας υφολογικά, σε noise/ambient αραβουργήματα.
Προσδοκώ λοιπόν την επόμενη επίσκεψή τους, με θέρμη και αδημονία. Στο παρόν, θα μείνω με την απτή απόδειξη ότι οι Profanatica άνετα παραμένουν στο top – 5 μου, σε ό,τι αφορά τον black metal ήχο, εν γένει. Ως απαραίτητο μεθεόρτιο της κλαγγής που επεδείχθη, θα πρότεινα κάτι από το έτερο όχημα του Ledney. Havohej, λοιπόν, για το σβήσιμο μιας ιδιαίτερα έντονης νυχτός.
Review: Γιωργος Καναβός Φωτογραφίες: Μανος Χρυσοβέργης